Πέμπτη 13 Οκτωβρίου 2011

Κάτσε… πίσω από την μπάρα! Χρονικό με τα μάτια του DJ.


Από τον Τάσο Λέλο
Ήταν 1985, τέτοια εποχή καλή ώρα… Οκτώβρης και είχαν αρχίσει εκείνες οι ψιλές βροχές που σου διαλύουν τη ψυχολογία και σε κάνουν να νιώθεις κακοδιάθετος, εσωστρεφής… κάτι σου φταίει και δεν ξέρεις τι;

Ήμουν άφραγκος και χρεοκοπημένος, το καλοκαίρι που μόλις είχε φύγει, είχε πάρει μαζί του όλες μου τις οικονομίες… Τι τις ήθελα τις παρατεταμένες διακοπές ; Βλέπεις τον Ιούνιο είχα αγοράσει – με γραμμάτια – το πρώτο μου αυτοκίνητο και βάλθηκα μέσα σ’ ένα καλοκαίρι να το φορτώνω φίλους και να γυρίζω όλη την Ελλάδα, λες και θα ‘φευγε η χώρα από τη θέση της και δεν θα προλάβαινα να την γνωρίσω…   Τρεις μέρες εδώ, πέντε μέρες εκεί… πάμε να δούμε τη μια παραλία, πάμε κι απ’ το Ιόνιο, πάμε και Εύβοια, στο τέλος πάνε και τα λεφτά, ξετίναξα και μια πιστωτική κάρτα που είχα κι έμεινα ταπί με τις αναμνήσεις, να καμαρώνω το άδειο από βενζίνη αυτοκινητάκι μου.
Πήγαινα κάθε απόγευμα στη δουλειά με βαριά καρδιά (ξαναθυμίζω – τότε τα μπαρ άνοιγαν νωρίς). Είχα πάρει δυο μηνιάτικα προκαταβολικά να καλύψω άμεσες υποχρεώσεις και δεν υπήρχε διάθεση ούτε για χαμόγελα ούτε για πολλές κουβέντες, αλλά έκανα την ανάγκη φιλοτιμία.
Εκείνο το βροχερό βραδάκι λοιπόν, που το μπαρ είχε γίνει από νωρίς  καταφύγιο των βρεγμένων, έβαζα ράθυμα τους δίσκους μου και χάζευα έξω απ’ τα ιδρωμένα τζάμια τις ψιχάλες, ευχόμενος να μπορούσαν να ξεπλύνουν τις σκέψεις για τα οικονομικά αδιέξοδα και να καθαρίσουν το μυαλό και την ψυχή μου.
Τότε η μοίρα διάλεξε την ώρα να κάνει ένα από ‘κείνα τα μαγικά της παιχνίδια και να φέρει τα πάνω κάτω… Άνοιξε η πόρτα και τι μπήκε;…μπήκε ένας άγγελος, μια νεράιδα… γούρλωσα τα μάτια μου, προσπαθώντας να διαβεβαιωθώ ότι δεν έπλαθε η φαντασία μου την απίστευτη ομορφιά που έβλεπα. Κοίταξα γύρω και είδα μπάρμαν, σερβιτόρους  και πελάτες να την κοιτάζουν, οι κουβέντες χαμήλωσαν και έπεσε μια αμηχανία στο χώρο. Κρατούσα τη βελόνα του πικ-απ  καθώς τελείωνε το τραγούδι κι ετοιμαζόμουν να αλλάξω δίσκο, αλλά αντί γι’ αυτό την έσπρωξα πάνω στο βινύλιο και τα ηχεία στρίγγλισαν κάνοντας τους όλους να με κοιτάξουν αυστηρά που τους απέσπασα την προσοχή απ’ το υπέροχο θέαμα. Η νεράιδα μου έριξε ένα βλέμμα όλο συμπάθεια για τη γκάφα μου και μ’ ένα χαμογελάκι που σχημάτιζε δυο λακκάκια στα μάγουλά της, πλησίασε και κάθισε στο σκαμπό μπροστά μου. Την κοίταζα και χαμογελούσα σαν ηλίθιος, καθώς εκείνη τακτοποιούσε το μπουφάν και την τσάντα της, όταν άκουσα δίπλα μου τον μπάρμαν - Τι θα πάρετε;   - Dry Martini, … απάντησε η νεράιδα  κι εκείνα τα εγγλέζικα σύμφωνα ακούστηκαν στ’ αυτιά μου σαν χριστουγεννιάτικες καμπανούλες…
Λάουρα… τον έλεγαν τον άγγελο, αρχαιολόγος από την Ιταλία, λίγο μεγαλύτερη από ‘μένα κι ο άνεμος της νεότητάς της, μαζί με την αγάπη της για την αρχαία Ελλάδα, την έφεραν στην πόρτα μου…
Με τα σπαστά ελληνικά της και μερικές ξεκάρφωτες ιταλικές λέξεις δικές μου, γνωριστήκαμε  τότε…
Εγώ; …φουλ και κεραυνοβόλα ερωτευμένος!!! Δεν χόρταινα να κοιτάζω τα καταπράσινα μάτια της που σαν τη θάλασσα του άγιου Μαυρίκιου με προσκαλούσαν να ναυαγήσω μέσα τους… χάζευα τις καστανόξανθες μπούκλες τις που έπεφταν στους ώμους και στο λαιμό της, είχα ερωτευτεί τα πάντα πάνω της… τα χειλάκια της, τα δαχτυλάκια της, τη φωνούλα της… Κάθε που ερχότανε στο μπαρ, η καρδιά μου χτύπαγε σαν ντίσκο μπάσο μέσα μου, ένιωθα το στήθος μου έτοιμο να εκραγεί…  όλοι με είχαν πάρει χαμπάρι, οι πλάκες και τα υπονοούμενα έδιναν κι έπαιρναν, αλλά δε μου καιγόταν καρφί…
Η Λάουρα είχε γεμίσει τη ζωή μου απ’ άκρη σ’ άκρη, ξυπνούσα και κοιμόμουν με τη σκέψη της, όλα τα προηγούμενα είχαν ως δια μαγείας διαγραφεί… Με την ψυχολογία μου στα ύψη, σιγά-σιγά ξεπέρασα τα οικονομικά μου προβλήματα και ανέκαμψα…
Η ιστορία με τη Λάουρα, δεν έχει σημασία πως εξελίχτηκε, εξάλλου μερικά προσωπικά πράγματα για να παραμένουν όμορφα στη μνήμη μας, καλό είναι να μη τα δημοσιοποιούμε… Αυτό που έχει σημασία είναι ότι η συγκεκριμένη γνωριμία, ξύπνησε μέσα μου ωραία συναισθήματα και έσβησε στεναχώριες  και απόγνωση. Ο έρωτας σαν ανώτερο συναίσθημα, πήρε τη διάθεση μου απ’ το ναδίρ και την ανέβασε στο ζενίθ, γεμίζοντας με,  κουράγιο, αισιοδοξία και θετική ενέργεια.  
Στο σήμερα, πάλι τα οικονομικά δεδομένα ρυθμίζουν την ψυχολογία μας… σαν μαύρα σύννεφα κρύβουν τον ήλιο απ’ τη ζωή κι όλα φαίνονται άχρωμα, γκρίζα… Κι αν δεν υπάρχει έρωτας να μας σώσει, υπάρχουν κι άλλα όμορφα συναισθήματα για να διώξουν τα σύννεφα. Κάθε φορά που γεμίζουμε τη σκέψη με ματαιοδοξίες – αυτοκίνητα, σπίτια, λούσα, ρούχα, διακοπές – δηλαδή γινόμαστε κυνηγοί του χρήματος, στενεύουμε τον ορίζοντα, νοιαζόμαστε μόνο για την πάρτη μας.
Το νόημα της ζωής είναι άλλο… όχι ο καθένας μόνος του, σαν θηρίο…  όχι στόχος το χρήμα αλλά η επικοινωνία, η αγάπη, η κατανόηση…
Ξυπνάτε !!! Αγαπάτε αλλήλους… Η ζωή είναι μικρή !!!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου